Πρόστιμο μαμούθ 2,2 εκατ. ευρώ σε Πατρινό λογιστή! Εκατομμύρια ευρώ εικονικά τιμολόγια για Πατρινή εταιρεία

Η είδηση «κυκλοφορούσε» εδώ και καιρό στην Πάτρα, αλλά ήρθαν και οι πληροφορίες από την ΑΑΔΕ για να την επιβεβαιώσουν. Στον Πατρινό λογιστή ο οποίος δραστηριοποιείται κυρίως στο νότιο διαμέρισμα, επεβλήθη βαρύ πρόστιμο άνω των 2,2 εκατ. ευρώ καθώς θεωρήθηκε «συνεργός» σε υπόθεση φοροδιαφυγής, επιχείρησης της οποίας είχε υπογράψει τις φορολογικές δηλώσεις.

Ο λογιστής προσέφυγε στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, η οποία απέρριψε την προσφυγή του και ο μόνος δρόμος που απέμεινε είναι η προσφυγή στα φορολογικά δικαστήρια.

Πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες υποθέσεις φοροδιαφυγής, για την οποία κατηγορείται και τιμωρείται αυστηρά ο λογιστής, ως «συνεργός», όπως προβλέπει η νομοθεσία.

Το πρόσωπο που χαρακτηρίζεται από την εφορία ως «συνεργός» φοροδιαφυγής, τιμωρείται με τις ίδιες ποινές που τιμωρείται και αυτός που υπέπεσε στις φορολογικές παραβάσεις.

 

Σύμφωνα με την απόφαση της ΔΕΔ (2240/2023) σε επιχείρηση της Αχαΐας, επιβλήθηκαν πρόστιμα για παραβάσεις λήψης και έκδοσης εικονικών τιμολογίων εντός των φορολογικών ετών 2016, 2017, 2018 και 2019. Η αρμόδια ΔΟΥ Πατρών καταλόγισε στην επιχείρηση τα ακόλουθα πρόστιμα:

 

Για το φορολογικό έτος 2016 το ποσό των 14.073,91 ευρώ.

Για το φορολογικό έτος 2017 το ποσό των 1.133.654,55 ευρώ.

Για τη χρήση 2018 το ποσό των 952.903,93 ευρώ

Για τη χρήση του 2019 το ποσό των 145.224,00 ευρώ.

Όμως, επειδή ο λογιστής θεωρήθηκε συνεργός στη διαχείριση των πλαστών και εικονικών τιμολογίων, ακριβώς τα ίδια πρόστιμα βεβαιώθηκαν και στον ίδιο τον λογιστή!.

 

Δηλαδή, ο «συνεργός» λογιστής καλείται να πληρώσει προς το δημόσιο, το συνολικό ποσό των 2,246 εκατ. ευρώ, διότι κατά την ΑΑΔΕ, ενήργησε ως συνεργός στην τέλεση εγκλημάτων φοροδιαφυγής του άρθρου 66 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, εκ μέρους της εταιρείας.

 

ΤΙ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ Ο ΚΩΔΙΚΑΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

 

Ο Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας θεωρεί ότι στα νομικά πρόσωπα, αυτουργοί των εγκλημάτων του Κώδικα θεωρούνται, εφόσον με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη συντέλεσαν στην τέλεσή τους:

Στις ημεδαπές ανώνυμες εταιρείες, οι πρόεδροι των διοικητικών συμβουλίων, οι διευθύνοντες, εντεταλμένοι ή συμπράττοντες σύμβουλοι, οι διοικητές, οι γενικοί διευθυντές ή διευθυντές, ως και εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από τον νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση στη διοίκηση ή διαχείριση ή εκπροσώπηση αυτών. Αν ελλείπουν όλα τα παραπάνω πρόσωπα, ως αυτουργοί θεωρούνται τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των εταιρειών αυτών, εφόσον ασκούν πράγματι προσωρινά ή διαρκώς ένα από τα καθήκοντα που αναφέρονται πιο πάνω.

Στις ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες εταιρείες οι ομόρρυθμοι εταίροι και οι διαχειριστές αυτών ως και εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από τον νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση είτε από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών.

Στις εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες οι διαχειριστές αυτών ως και εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από τον νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση είτε από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών και όταν αυτοί ελλείπουν ή απουσιάζουν οι εταίροι αυτών.

Στους συνεταιρισμούς και ενώσεις αυτών οι πρόεδροι, οι γραμματείς, οι ταμίες, ως και εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από τον νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση είτε από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών.

Στις κοινοπραξίες, κοινωνίες, αστικές, συμμετοχικές ή αφανείς εταιρείες, ως αυτουργοί του εγκλήματος της φοροδιαφυγής θεωρούνται οι εκπρόσωποί τους, με βάση την ιδιωτική βούληση ή τον νόμο ή δικαστική απόφαση, και αν ελλείπουν αυτοί, τα μέλη τους. Όταν στα μέλη αυτών περιλαμβάνονται και νομικά πρόσωπα ή αλλοδαπές επιχειρήσεις ή αλλοδαποί οργανισμοί, εφαρμόζονται ανάλογα και οι λοιπές διατάξεις της παρούσας παραγράφου.

Στις αλλοδαπές επιχειρήσεις γενικά και στους κάθε είδους αλλοδαπούς οργανισμούς, ως αυτουργοί του εγκλήματος της φοροδιαφυγής θεωρούνται οι διευθυντές ή αντιπρόσωποι ή πράκτορες, που έχουν στην Ελλάδα.

 

ΤΟ ΠΟΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΑΑΔΕ

 

«Με πράξεις επιβολής προστίμου επιβλήθηκαν σε βάρος λογιστή πρόστιμα, διότι ενήργησε ως συνεργός κατά το άρθρο 67 του Κ.Φ.Δ. της ……………………… στην τέλεση εγκλημάτων φοροδιαφυγής του άρθρου 66 του ιδίου νόμου, εκ μέρους της εταιρείας ………………….:

με την υπ’ αριθμ. ……………… πράξη φορολογικού έτους 2016, επιβλήθηκε πρόστιμο ποσού 14.073,91 €,

με την υπ’ αριθμ. ……………… πράξη φορολογικού έτους 2017, επιβλήθηκε πρόστιμο ποσού 1.133.654,55 €,

με την υπ’ αριθμ. ……………… πράξη φορολογικού έτους 2018, επιβλήθηκε πρόστιμο ποσού 952.903,93 €,

με την υπ’ αριθμ. ……………… πράξη φορολογικού έτους 2019, επιβλήθηκε πρόστιμο ποσού 145.224,00 €.

 

Σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην Έκθεση Ελέγχου, από την ίδια ελεγκτική υπηρεσία διενεργήθηκε έλεγχος εφαρμογής διατάξεων του Κ.Φ.Δ. και του ν. 4308/2014 (Ε.Λ.Π.) στην οντότητα ………………………… και συνέταξε την με αριθμό εντύπου ………………. Έκθεση Ελέγχου, βάσει της οποίας διαπιστώθηκαν παραβάσεις λήψης και έκδοσης εικονικών τιμολογίων εντός των φορολογικών ετών 2016, 2017, 2018 και 2019.

 

Οι ανωτέρω εταιρείες εμπλέκονται σε κύκλωμα έκδοσης εικονικών τιμολογίων και ειδικά η πρώτη φέρεται ως λήπτρια τιμολογίων εκδόσεως της ………κατά το έτος 2018 με ποσό 741.356,00 €.

 

Επειδή ο προσφεύγων έχει λάβει χρήματα από την ………για τις παρεχόμενες υπηρεσίες του μέσω του τραπεζικού λογαριασμού της Τράπεζας ……… της εταιρείας (κατά το έτος 2017 έλαβε 1.620,00 €).

 

Επειδή ο ίδιος υπέβαλλε τις δηλώσεις Φ.Π.Α. της επίμαχης εταιρείας χωρίς να λαμβάνει γνώση των βιβλίων και στοιχείων, ενώ υπέβαλλε δηλώσεις ακόμα και για μήνες κατά τους οποίους αυτή δε διέθετε επαγγελματική εγκατάσταση (έτος 2019).

Επίσης, συμπλήρωνε αυτές με υπέρογκα ποσά εισροών για τα οποία δεν υπάρχουν παραστατικά.

 

Επειδή ο προσφεύγων διέθετε τους κωδικούς taxisnet της εταιρείας ………με τους οποίους υπέβαλλε τις δηλώσεις Φ.Π.Α. Επίσης διέθετε και τους κωδικούς του ……….

Επομένως, θα μπορούσε να εξακριβώσει τους προμηθευτές των ανωτέρω και να διαπιστώσει πως τα νούμερα που υποτίθεται του έδινε η εταιρεία για την υποβολή των δηλώσεων ήταν τουλάχιστον ανακριβή.

 

Ως εκ τούτου, οι ισχυρισμοί του προσφεύγοντος απορρίπτονται ως αβάσιμοι»!

Σχετικά Άρθρα